Ταῦρος

Αρχαία ελληνικά (grc)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Ταῦρος οἱ Ταῦροι
      γενική τοῦ Ταύρου τῶν Ταύρων
      δοτική τῷ Ταύρ τοῖς Ταύροις
    αιτιατική τὸν Ταῦρον τοὺς Ταύρους
     κλητική ! Ταῦρε Ταῦροι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Ταύρω
γεν-δοτ τοῖν  Ταύροιν
Το τοπωνύμιο και ο αστερισμός, στον ενικό.
2η κλίση, Κατηγορία 'δρόμος' όπως «κῆπος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Ταῦρος < ταῦρος

Κύριο όνομα

Ταῦρος, -ου αρσενικό

  1. οροσειρά της Ασίας
    Ἰφιγένεια ἡ ἐν Ταύροις Η Ιφιγένεια στη χώρα των Ταύρων (τίτλος τραγωδίας του Ευριπίδη)
  2. (στον πληθυντικό, εθνικό όνομα)  δείτε Ταῦροι
  3. ο αστερισμός Ταύρος
  4. ανδρικό όνομα

Συγγενικά

 και δείτε τη λέξη ταῦρος

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.