Σκαρλάτος

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

Σκαρλάτος < σκαρλάτος  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Προφορά

ΔΦΑ : /skaɾˈla.tos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σκαρλάτος

Κύριο όνομα 1

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Σκαρλάτος οι Σκαρλάτοι
      γενική του Σκαρλάτου των Σκαρλάτων
    αιτιατική τον Σκαρλάτο τους Σκαρλάτους
     κλητική Σκαρλάτε Σκαρλάτοι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Σκαρλάτος αρσενικό

Μεταφράσεις

Κύριο όνομα 2

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Σκαρλάτος οι Σκαρλάτοι
      γενική του Σκαρλάτου των Σκαρλάτων
    αιτιατική τον Σκαρλάτο τους Σκαρλάτους
     κλητική Σκαρλάτε
& Σκαρλάτο
Σκαρλάτοι
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Μαυροκορδάτος (κλίση: μούτσος)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Σκαρλάτος αρσενικό (θηλυκό Σκαρλάτου)

Μεταγραφές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.