Σαρδινία

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Σαρδινία οι Σαρδινίες
      γενική της Σαρδινίας των Σαρδινιών
    αιτιατική τη Σαρδινία τις Σαρδινίες
     κλητική Σαρδινία Σαρδινίες
Συνήθως στον ενικό.
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Σαρδινία < ελληνιστική κοινή Σαρδινία < αρχαία ελληνική Σαρδώ

Κύριο όνομα

Σαρδινία θηλυκό

Μεταφράσεις



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)

Ετυμολογία

Σαρδινία < ελληνιστική κοινή Σαρδινία

Κύριο όνομα

Σαρδινία θηλυκό



Αρχαία ελληνικά (grc)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Σαρδινί
      γενική τῆς Σαρδινίᾱς
      δοτική τῇ Σαρδινί
    αιτιατική τὴν Σαρδινίᾱν
     κλητική ! Σαρδινί
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Σαρδινία < αρχαία ελληνική Σαρδώ

Κύριο όνομα

Σαρδινία θηλυκό

  • (ελληνιστική κοινή) Σαρδηνία / γραφή Σαρδινία
      4ος αιώνας ΚΕ Αθανάσιος Αλεξανδρείας, Ἀπολογία πρὸς τὸν βασιλέα Κωνστάντιον, 27.10 - 27.13
    Ἐθρυλεῖτο γὰρ πανταχοῦ ὅτι Λιβέριος ὁ τῆς Ῥώμης ἐπίσκοπος, καὶ ὁ τῶν Σπανιῶν Ὅσιος ὁ μέγας, Παυλῖνός τε ὁ τῶν Γαλλιῶν, καὶ Διονύσιος καὶ Εὐσέβιος οἱ τῆς Ἰταλίας, Λουκίφερός τε ἀπὸ Σαρδινίας καὶ ἄλλοι τινὲς ἐπίσκοποι καὶ πρεσβύτεροι καὶ διάκονοι ἐξωρίσθησαν, ὅτι μὴ ἠνέσχοντο καθ' ἡμῶν ὑπογράψαι.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.