Σίμος

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Σίμος οι Σίμοι
      γενική του Σίμου των Σίμων
    αιτιατική τον Σίμο τους Σίμους
     κλητική Σίμο Σίμοι
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Δημητράκος - κλίση: υπνάκος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Σίμος < λείπει η ετυμολογία

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈsi.mos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σίμος

Κύριο όνομα

Σίμος αρσενικό

  1. ανδρικό όνομα
  2. ανδρικό επώνυμο (θηλυκό Σίμου)

Μεταγραφές

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.