Ρωσοπόντιος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Ρωσοπόντιος | οι | Ρωσοπόντιοι |
| γενική | του | Ρωσοπόντιου | των | Ρωσοπόντιων |
| αιτιατική | τον | Ρωσοπόντιο | τους | Ρωσοπόντιους |
| κλητική | Ρωσοπόντιε | Ρωσοπόντιοι | ||
| Κατηγορία όπως «αντίλαλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Κύριο όνομα
Ρωσοπόντιος αρσενικό (θηλυκό Ρωσοπόντια)
- (νεολογισμός, πατριδωνυμικό) Πόντιος που ζει στην Ελλάδα αλλά έχει γεννηθεί ή έχει μεγαλώσει σε περιοχές της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, κυρίως σε αυτές του Καυκάσου
Σημειώσεις
- η λέξη χρησιμοποιείται συχνά με μειωτικό ή απαξιωτικό πρόσημο (ή θεωρείται πως το φέρει)
- Ελληνοπόντιος
-
Πόντιοι στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις
Ρωσοπόντιος
|
|
Πηγές
- Ρωσοπόντιος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.