Πάντειο

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Πάντειο τα Πάντεια
      γενική του Πάντειου
& Παντείου
των Πάντειων
& Παντείων
    αιτιατική το Πάντειο τα Πάντεια
     κλητική Πάντειο Πάντεια
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Πάντειο < από το επώνυμο του δωρητή Πάντ(ος) + -ειο

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈpan.di.o/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Πάντειο

Κύριο όνομα

Πάντειο ουδέτερο

  • (επωνυμία, εκπαίδευση) ονομασία πανεπιστημίου στην Αθήνα
      Πρυτανικές εκλογές σε δύο πανεπιστήμια, Πάντειο και Χαροκόπειο, γίνονται αύριο Τετάρτη και με αυτές ξεκινάει ο δεύτερος «κύκλος» αλλαγής διοίκησης στα ελληνικά πανεπιστήμια μετά τις περυσινές εκλογές στα μεγάλα ΑΕΙ της χώρας. (Μάρνυ Παπαματθαίου, Πρυτανικές εκλογές την Τετάρτη σε Πάντειο και Χαροκόπειο, εφημερίδα Το Βήμα, 14 Ιουλίου 2020)

Συγγενικά

 δείτε τη λέξη Πάντος

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.