Οσμανλής

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Οσμανλής οι Οσμανλήδες
      γενική του Οσμανλή των Οσμανλήδων
    αιτιατική τον Οσμανλή τους Οσμανλήδες
     κλητική Οσμανλή Οσμανλήδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Ραγκαβής - κλίση: μπαλωματής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Προφορά

ΔΦΑ : /o.zmanˈlis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Οσμανλής

Ετυμολογία 1

Οσμανλής < οθωμανική τουρκική عثمانلو (osmanlı)

Κύριο όνομα

Οσμανλής αρσενικό (θηλυκό Οσμανλίδισσα)

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Ετυμολογία 2

Οσμανλής < εθνικό Οσμανλής

Κύριο όνομα

Οσμανλής αρσενικό (θηλυκό Οσμανλή)

Μεταγραφές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.