Νοτιοσλαβία
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | Νοτιοσλαβία | οι | Νοτιοσλαβίες |
| γενική | της | Νοτιοσλαβίας | των | Νοτιοσλαβιών |
| αιτιατική | τη | Νοτιοσλαβία | τις | Νοτιοσλαβίες |
| κλητική | Νοτιοσλαβία | Νοτιοσλαβίες | ||
| Συνήθως στον ενικό. | ||||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Νοτιοσλαβία < (μεταφραστικό δάνειο) σερβοκροατική Jugoslavija[1] (κυριολεκτικά: η Χώρα των Νότιων Σλάβων)
Κύριο όνομα
Νοτιοσλαβία θηλυκό
- (ιστορική χώρα) παλιότερη ονομασία στα ελληνικά για την Γιουγκοσλαβία
- Νοτιοσλαυία, Νοτιοσλαυΐα (καθαρεύουσα)
Συγγενικά
- Νοτιοσλάβος
- νοτιοσλαβικός
Αναφορές
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.