Μαλακάσι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική το Μαλακάσι
      γενική του Μαλακασιού
    αιτιατική το Μαλακάσι
     κλητική Μαλακάσι
Η κατάληξη -ιού προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Μαλακάσι < μεσαιωνική ελληνική Μαλακάσιοι < αρωμουνική mala (αφθονία, πολύ) + αρωμουνική cach (τυρί)[1] [2]

Κύριο όνομα

Μαλακάσι ουδέτερο

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. Γιώργος Μακρής, Στέφανος Παπαγεωργίου, Το χερσαίο δίκτυο επικοινωνίας στο κράτος του Αλή Πασά Τεπελενλή. Ενίσχυση της κεντρικής εξουσίας και απόπειρα δημιουργίας ενιαίας αγοράς, εκδ. Παπαζήσης, Αθήνα 1990, ISBN 978-960-02-2516-7, σελ. 170.
  2. ή < αρωμουνική mal (βουνό, κορυφή < αλβανική mal) + αρωμουνική casã (σπίτι: < λατινική casa)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.