Κορώνεια
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | Κορώνεια | ||
| γενική | της | Κορώνειας | ||
| αιτιατική | την | Κορώνεια | ||
| κλητική | Κορώνεια | |||
| Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Κορώνεια < αρχαία ελληνική Κορώνεια
Προφορά
- ΔΦΑ : /koˈɾo.ni.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κο‐ρώ‐νει‐α
Κύριο όνομα
Κορώνεια θηλυκό, μόνο στον ενικό
- αρχαία πόλη της Βοιωτίας, στη σύγχρονη εποχή, χωριό κοντά στη Λειβαδιά
- → και δείτε τη λέξη Κουτουμουλάς (πρώην ονομασία του σύγχρονου οικισμού)
- (υδρωνύμιο) λίμνη της Μακεδονίας
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ἡ | Κορώνειᾰ | ||
| γενική | τῆς | Κορωνείᾱς | ||
| δοτική | τῇ | Κορωνείᾳ | ||
| αιτιατική | τὴν | Κορώνειᾰν | ||
| κλητική ὦ! | Κορώνειᾰ | |||
| 1η κλίση, Κατηγορία 'βοήθεια' όπως «βοήθεια» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Κορώνεια < → λείπει η ετυμολογία
Συγγενικά
Πηγές
- Κορώνεια - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.