Κορυφώ

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)

Ετυμολογία

Κορυφώ < κορυφ(ή) +  δείτε και  τοπωνύμιο «οἱ Κορυφοί» /(Χρειάζεται τεκμηρίωση…)

Κύριο όνομα

Κορυφώ θηλυκό

  • μορφή του Κορυφοί: οι Κορφοί, η Κέρκυρα
      11ος/12ος αιώνας Άννα Κομνηνή, Ἀλεξιάς, Βιβλίο 6, 5.3 [γλώσσα:αττικίζουσα]
    Ὡς δὲ ἡ Κορυφὼ προκατασχεθεῖσα παρ' αὐτοῦ αὖθις ἀπεστάτησε, τοὺς υἱοὺς αὐτοῦ εἰς τὸ Βοθρεντὸν καταλιπὼν αὐτὸς μετὰ τοῦ ναυτικοῦ παντὸς ἀπέπλευσε πρὸς τὴν Κορυφώ.
    [6.5.6] Οἱ δὲ Βενέτικοι τῷ ἀπροόπτῳ καταπλαγέντες τῆς αὐτοῦ ἐλεύσεως εὐθὺς δεσμήσαντες τὰ μείζονα τούτων πλοῖα καλῳδίοις περὶ τὸν λιμένα τῆς Κορυφὼ καὶ συναπαρτίσαντες τὸν λεγόμενον πελαγολιμένα τὰ σμικρὰ τούτων ἐς μέσον ἤλασαν· σιδηροφορήσαντες δὲ ἅπαντες ἐκαραδόκουν τὴν τούτου ἔλευσιν.

Συγγενικά

 και δείτε τις λέξεις Κορυφοί και κορυφή

Απόγονοι

Κορυφώ (μεσαιωνικά ελληνικά)

ιταλικά: Corfù
αγγλικά: Corfu
αραβικά: كورفو (kūrfū)
γαλλικά: Corfou
γερμανικά: Korfu

 και δείτε τις Μεταφράσεις στο Κέρκυρα



Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

Κορυφώ < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Κορυφώ θηλυκό

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.