Κολοπετινίτσα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Κολοπετινίτσα οι Κολοπετινίτσες
      γενική της Κολοπετινίτσας
    αιτιατική την Κολοπετινίτσα τις Κολοπετινίτσες
     κλητική Κολοπετινίτσα Κολοπετινίτσες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Συνήθως στον ενικό.
Η παλιά γενική ενικού της καθαρεύσουας: Κολοπετινίτσης.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Κολοπετινίτσα < πιθανόν, σύνθετο τοπωνύμιο με κωλο- (με αιδήμονα γραφή κολο-) + πετειν(ός), απλοποιημένο σε πετιν- + κατάληξη θηλυκού υποκοριστικού -ίτσα (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
  • για τη μετωνυμία ως παράδειγμα τόπου άσημου < από τον τίτλο της ελληνικής κινηματογραφικής ταινίας του 1959 «Διακοπές στην Κολοπετινίτσα» του σκηνοθέτη Βασίλη Γεωργιάδη.

Προφορά

ΔΦΑ : /ko.lo.pe.tiˈni.t͡sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κολοπετινίτσα

Κύριο όνομα

Κολοπετινίτσα θηλυκό

  1. χωριό της Φωκίδας, σε παλιότερη ονομασία του· (Μονοδένδρι το 1927, και Τριταία από το 1928) [1]
      ΦΕΚ Α 206, Διάταγμα 3, 28 Σεπτεμβρίου 1927, [Δ΄ Ἐν τῷ Νομῷ Φθιώτιδος καὶ Φωκίδος] []
    3ον Ἐν τῇ Ἐπαρχίᾳ Παρνασσίδος. [] 71) Ἡ κοινότης Κολοπετινίτσης μετονομάζεται εἰς «κοινότητα Μονοδενδρίου» καὶ ὁ ὁμώνυμος αὐτῇ συνοικισμὸς Κολοπετινίτσα εἰς «Μονοδένδρι».
  2. (μετωνυμία, μειωτικό) για τόπο άσημο, απαξιωμένο ή άγνωστπ

  • Κολοπετεινίτσα, Κωλοπετεινίτσα

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. Τριταία@EETAA Διοικητικές Μεταβολές Δήμων και Κοινοτήτων
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.