τρέχα γύρευε
Νέα ελληνικά (el)
Έκφραση
τρέχα γύρευε
- λέγεται για κάτι που είναι ακατανόητο ή πολύ δύσκολο να εξηγηθεί
- Τρέχα γύρευε γιατί δεν θέλει να έρθει μαζί μας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.