Κερατσίνι
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | το | Κερατσίνι | τα | Κερατσίνια |
| γενική | του | Κερατσινίου | των | Κερατσινίων |
| αιτιατική | το | Κερατσίνι | τα | Κερατσίνια |
| κλητική | Κερατσίνι | Κερατσίνια | ||
| Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. Συνήθως στον ενικό | ||||
| Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /ce.ɾaˈt͡si.ni/
- ⓘ
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κε‐ρα‐τσί‐νι
Κύριο όνομα

Η θέση του Κερατσινίου στην Αττική
Κερατσίνι ουδέτερο
- προάστιο του Πειραιά
- ※ Στο Κερατσίνι βράδιασε / ανάψανε τα φώτα / θα κάτσω στο κατώφλι μας / μπας και δεν βρεις την πόρτα (Στο Κερατσίνι, στίχοι: Λευτέρης Παπαδόπουλος, μουσική: Γιάννης Γλέζος, εκτέλεση: Γιάννης Πουλόπουλος, 1969)
Συγγενικά
-
Κερατσίνι στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις
Αναφορές
- Χαράλαμπος Κουτελάκης, Λεύκωμα Δήμου Κερατσινίου - 60 χρόνια (1934-1994), (Αθήνα: Φαρφουλάς, 1994)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.