Κατάρας
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Κατάρας | οι | Κατάρηδες & Καταραίοι |
| γενική | του | Κατάρα | των | Κατάρηδων & Καταραίων |
| αιτιατική | τον | Κατάρα | τους | Κατάρηδες & Καταραίους |
| κλητική | Κατάρα | Κατάρηδες & Καταραίοι | ||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Γρίβας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Κατάρας < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
- ΔΦΑ : /kaˈta.ɾas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κα‐τά‐ρας
Μεταγραφές
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.