Ιουρασική

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Ιουρασική
      γενική της Ιουρασικής
    αιτιατική την Ιουρασική
     κλητική Ιουρασική
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Ιουρασική (εννοείται: περίοδος) < (άμεσο δάνειο) γαλλική Jurassique < από την οροσειρά Ιούρα (Jura) στην Ελβετία

Κύριο όνομα

Ιουρασική θηλυκό

  • (παλαιοντολογία, γεωλογία) γεωλογική περίοδος του Μεσοζωικού αιώνα που ξεκίνησε 200 εκατομμύρια χρόνια πριν και τελείωσε 145 εκατομμύρια χρόνια πριν

  • Ιουράσια

Συγγενικά

  • ιουρασικός

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.