Δρέσδη

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Δρέσδη
      γενική της Δρέσδης
    αιτιατική τη Δρέσδη
     κλητική Δρέσδη
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Δρέσδη < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Δρέσδη θηλυκό

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.