Βορέειος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | Βορέειος | οι | Βορέειοι |
| γενική | της | Βορεείου | των | Βορεείων |
| αιτιατική | τη | Βορέειο | τις | Βορεείους |
| κλητική | Βορέειε | Βορέειοι | ||
| Συνήθως στον ενικό | ||||
| Κατηγορία όπως «άμπελος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /voˈɾe.i.os/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βο‐ρέ‐ει‐ος
Κύριο όνομα
Βορέειος θηλυκό
- (επωνυμία) ονομασία της δημοτικής βιβλιοθήκης στο Μαρούσι
- ※ Η Βορέειος βιβλιοθήκη αποτελεί ένα κόσμημα για την πρωτεύουσα με σπάνια συλλογή βιβλίων που λειτουργεί από το 1978. (Βορέειος βιβλιοθήκη: Ένας θησαυρός με τα βιβλία του Έλληνα φιλοσόφου που εισήγαγε την ψυχολογία στην Ελλάδα, iefimerida.gr, 19 Ιανουαρίου 2021)
Συγγενικά
- → δείτε τη λέξη Βορέας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.