Βοηδρομιών
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ὁ | Βοηδρομιών | οἱ | Βοηδρομιῶνες |
| γενική | τοῦ | Βοηδρομιῶνος | τῶν | Βοηδρομιώνων |
| δοτική | τῷ | Βοηδρομιῶνῐ | τοῖς | Βοηδρομιῶσῐ(ν) |
| αιτιατική | τὸν | Βοηδρομιῶνᾰ | τοὺς | Βοηδρομιῶνᾰς |
| κλητική ὦ! | Βοηδρομιών | Βοηδρομιῶνες | ||
| δυϊκός | ||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Βοηδρομιῶνε | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | Βοηδρομιώνοιν | ||
| 3η κλίση, Κατηγορία 'χειμών' όπως «χειμών» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Βοηδρομιών < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
Βοηδρομιών, -ῶνος αρσενικό
- Βοηδρομιώνας ο τρίτος μήνας στο αττικό ημερολόγιο, αφιερωμένος στο Βοηδρόμιο Απόλλωνα, περίπου 23 Αυγούστου - 21 Σεπτεμβρίου
- Βοιηδρομιών
- Βαδρομιών
Μήνες του αττικού ημερολογίου
Μεταφράσεις
Βοηδρομιών
|
|
Πηγές
- Βοηδρομιών - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- Βοηδρομιών - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.