Βαλαώρας
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | Βαλαώρας | οι | Βαλαώρες & Βαλάωραίοι |
| γενική | του | Βαλαώρα | των | — Βαλάωραίων |
| αιτιατική | τον | Βαλαώρα | τους | Βαλαώρες & Βαλάωραίοι |
| κλητική | Βαλαώρα | Βαλαώρες & Βαλάωραίοι | ||
| Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Σίνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Προφορά
- ΔΦΑ : /va.laˈo.ɾas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βα‐λα‐ώ‐ρας
Συγγενικά
Μεταγραφές
- κυριλλικοί χαρακτήρες: Валаорас
- λατινικοί χαρακτήρες: Valaoras
Αναφορές
- Ν.Π. Ανδριώτης, «Συμβολή στη μορφολογία των νεοελληνικών επωνύμων», Επιστημονική Επετηρίς της Φιλοσοφικής Σχολής [του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης] ΣΤ΄ (1950), σσ. 187, 192-193. Στο κείμενο, τόσο το τοπωνύμιο, όσο και το επώνυμο, ορθογραφούνται με όμικρον: η Βαλαόρα, ο Βαλαόρας.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.