Αραβίδα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Αραβίδα οι Αραβίδες
      γενική της Αραβίδας των Αραβίδων
    αιτιατική την Αραβίδα τις Αραβίδες
     κλητική Αραβίδα Αραβίδες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Αραβίδα < Άραβ(ας) + -ίδα

Προφορά

ΔΦΑ : /a.ɾaˈvi.ða/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Αραβίδα

Κύριο όνομα

Αραβίδα θηλυκό

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.