Ανθουλιά
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | Ανθουλιά | οι | Ανθουλιές |
| γενική | της | Ανθουλιάς | των | Ανθουλιών |
| αιτιατική | την | Ανθουλιά | τις | Ανθουλιές |
| κλητική | Ανθουλιά | Ανθουλιές | ||
| Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση. | ||||
| Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- Ανθουλιά < Ανθ(ή) + -ουλιά
Προφορά
- ΔΦΑ : /an.θuˈʎa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Αν‐θου‐λιά
Μεταφράσεις
Ανθουλιά
|
|
Πηγές
- "Συλλογή κύριων ονομάτων των νεότερων Ελλήνων Θράκης". Αρχείου του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού. 1. Αθήνα: Τυπογραφείον Σεργιάδου. 1934-35. σελ. 218-224.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.