Αδαμόπουλος

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Αδαμόπουλος οι Αδαμόπουλοι
& Αδαμοπουλαίοι1
      γενική του Αδαμόπουλου
& Αδαμοπούλου
των Αδαμόπουλων2
& Αδαμοπουλαίων
    αιτιατική τον Αδαμόπουλο τους Αδαμόπουλους3
& Αδαμοπουλαίους
     κλητική Αδαμόπουλε Αδαμόπουλοι
& Αδαμοπουλαίοι
 1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι.
 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Αδαμοπούλων
 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Αδαμοπούλους
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Αδαμόπουλος < πατρωνυμικό Αδάμ + -όπουλος

Προφορά

ΔΦΑ : /a.ðaˈmo.pu.los/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Αδαμόπουλος

Κύριο όνομα

Αδαμόπουλος αρσενικό (θηλυκό Αδαμοπούλου)

Μεταγραφές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.