stand by

Αγγλικά (en)

ενεστώτας stand by
γ΄ ενικό ενεστώτα stands by
αόριστος stood by
παθητική μετοχή stood by
ενεργητική μετοχή standing by

Ετυμολογία

stand by <  δείτε τις λέξεις stand και by

Ρήμα

stand by (en)

  1. στέκομαι σε, βοηθάω κάποιον ή είμαι φίλος μαζί του, ακόμα και σε δύσκολες καταστάσεις
    He always stood by their side.
    Στάθηκε πάντοτε στο πλευρό τους.
  2. αναμένω, είμαι σε κατάσταση αναμονής
  3. παραμένω πιστός σε κάτι, επιμένω σε κάτι

Συγγενικά

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.