pagus

Εσπεράντο (eo)

Ρηματικός τύπος

pagus (eo)

  • υποθετική του ρήματος pagi



Λατινικά (la)

Ετυμολογία

pagus < pango < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *peh₂g-

Ουσιαστικό

pagus αρσενικό

  1. επαρχία, περιφέρεια, περιοχή
  2. ύπαιθρος
  3. (σημασία στα μεσαιωνικά λατινικά) χωριό

Αλλόγλωσσα παράγωγα

Κλίση

αριθμός ενικός πληθυντικός
ονομαστική pagus pagī
γενική pagī pagōrum
δοτική pagō pagīs
αιτιατική pagum pagōs
κλητική page pagī
αφαιρετική pagō pagīs
(β' κλίση)

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.