brasser

Γαλλικά (fr)

Ρήμα

brasser (fr)

  1. παρασκευάζω μπίρα
  2. (οικείο) κάνω κάτι πρόχειρα, βιαστικά, χωρίς να προσέχω την ποιότητα
  3. μετακινώ, ανακατεύω διάφορα πράγματα
  4. (στα τραπουλόχαρτα) ανακατεύω
  5. (ναυτικός όρος) αλλάζω την κατεύθυνση ενός πανιού
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.