allegro

Αγγλικά (en)

Ετυμολογία

allegro < (άμεσο δάνειο) ιταλική allegro

Επίθετο

allegro (en)

Επίρρημα

Ουσιαστικό

  1. (μουσική) η ένδειξη allegro για το tempo
  2. (μουσική) το αλέγκρο (μουσικό κομμάτι με αυτή την ένδειξη)



Γαλλικά (fr)

Ετυμολογία

allegro < (άμεσο δάνειο) ιταλική allegro < allègre

Προφορά

ΔΦΑ : /a(l).le.ɡʁo/

Επίθετο

allegro (fr)

  • (μουσική) για μουσική που παίζεται σε tempo allegro

Επίρρημα

Ουσιαστικό

  1. (μουσική) η ένδειξη allegro για το tempo
  2. (μουσική) το αλέγκρο (μουσικό κομμάτι με αυτή την ένδειξη)



Ιταλικά (it)

Ετυμολογία

allegro < (άμεσο δάνειο) γαλλική allègre < λατινική alacer (χαρούμενος)

Επίθετο

allegro (it) αρσενικό, πληθυντικός allegri (θηλυκό allegra, πληθυντικός allegre)

  1. ζωντανός, χαρούμενος
  2. (μουσική) ζωντανός, χαρούμενος, άρα και σχετικά γρήγορος (ένδειξη για το χαρακτήρα και το tempo μουσικού κομματιού)
    (ως τίτλος, με κεφαλαίο) Allegro

Απόγονοι

allegro (ιταλικά)

αγγλικά: allegro
γαλλικά: allegro
νέα ελληνικά: αλέγρος, αλέγκρο
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.