CAPTCHA
Αγγλικά (en)

Ένα συνήθες CAPTCHA. Απαιτεί από τον χρήστη να γράψει τα παραμορφωμένα γράμματα ώστε να του επιτρέψει να συνεχίσει. Στο συγκεκριμένο είναι τα γράμματα "sclt ..was here"
Ετυμολογία
Συντομομορφή
| ενικός | πληθυντικός |
| CAPTCHA | CAPTCHAs |
CAPTCHA (en) (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο)
- (διαδίκτυο) τύπος ελέγχου από ιστοσελίδες ώστε να διαπιστωθεί αν ο χρήστης είναι άνθρωπος ή διαδικτυακό ρομπότ (bot), απαιτώντας απάντηση από σχήματα και εικόνες που είναι δύσκολο να επεξεργαστούν και να αποκρυπτογραφηθούν από πρόγραμμα υπολογιστή
- captcha
- Captcha
Υπώνυμα
- Turing test
-
CAPTCHA στη Βικιπαίδεια

-
CAPTCHA στην αγγλική Βικιπαίδεια

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.