μη
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- μη < μην με αποβολή του <ν> πριν από τα σύμφωνα < β δ θ φ χ λ ρ σ ζ γ μ ν > αλλά όχι πριν από το τα <γκ, μπ, ντ> ή σε απόλυτη εκφορά. Δείτε Παράρτημα:Γραμματική #Τελικό ν
Επιφώνημα
μη!
- δηλώνει απαγόρευση ή αποτροπή
- Μη! Θα το χαλάσεις
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.