-παιδο

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το -παιδο τα -παιδα
      γενική του -παιδου των -παιδων
    αιτιατική το -παιδο τα -παιδα
     κλητική -παιδο -παιδα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

-παιδο < παιδ(ί) + -ο

Προφορά

ΔΦΑ : /pe.ðo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: -παιδο

Επίθημα

-παιδο ουδέτερο

  • Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -παιδο στο Βικιλεξικό

Πηγές

  • -παιδο - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.