ἑκατονταετηρίς
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||||
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||||||
|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ἡ | ἑκατονταετηρίς | αἱ | ἑκατονταετηρίδες | ||||
| γενική | τῆς | ἑκατονταετηρίδος | τῶν | ἑκατονταετηρίδων | ||||
| δοτική | τῇ | ἑκατονταετηρίδῐ | ταῖς | ἑκατονταετηρίσῐ(ν) | ||||
| αιτιατική | τὴν | ἑκατονταετηρίδᾰ | τὰς | ἑκατονταετηρίδᾰς | ||||
| κλητική ὦ! | ἑκατονταετηρίς* | ἑκατονταετηρίδες | ||||||
| δυϊκός | ||||||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ἑκατονταετηρίδε | ||||||
| γεν-δοτ | τοῖν | ἑκατονταετηρίδοιν | ||||||
| Με βραχύ γιώτα στο θέμα -ίς -ίδος. * Κατά τη Γραμματική του Smyth, η κλητική ενικού χωρίς το -ς | ||||||||
| 3η κλίση, Κατηγορία 'πατρίς' όπως «πατρίς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||||||
Ετυμολογία
- ἑκατονταετηρίς (ελληνιστική κοινή) < (αρχαία ελληνική ἑκατόν ἑκατοντα- + -ετηρίς
Συνώνυμα
Πηγές
- ἑκατονταετηρίς - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.