Ἀσιάρχης
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ὁ | Ἀσιάρχης | οἱ | Ἀσιάρχαι |
| γενική | τοῦ | Ἀσιάρχου | τῶν | Ἀσιαρχῶν |
| δοτική | τῷ | Ἀσιάρχῃ | τοῖς | Ἀσιάρχαις |
| αιτιατική | τὸν | Ἀσιάρχην | τοὺς | Ἀσιάρχᾱς |
| κλητική ὦ! | Ἀσιάρχᾰ | Ἀσιάρχαι | ||
| δυϊκός | ||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Ἀσιάρχᾱ | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | Ἀσιάρχαιν | ||
| Το δίχρονο φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ. | ||||
| 1η κλίση, ομάδα 'στρατιώτης', Κατηγορία 'τοξότης' όπως «τοξότης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ουσιαστικό
Ἀσιάρχης αρσενικό
Αναφορές
- Ἀσιάρχης - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- Ἀσιάρχης - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- P. M. Fraser and E. Matthews 1987 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. I: The Aegean Islands. Cyprus. Cyrenaica, Oxford: Oxford University Press
- P. M. Fraser and E. Matthews 2000 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. III.B: Central Greece: From the Megarid to Thessaly, Oxford: Oxford University Press
- P. M. Fraser, E. Matthews and R. W. V. Catling 2005 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. IV: Macedonia. Thrace, Northern Shores of the Black Sea, Oxford: Oxford University Press
- Ἀσιάρχης - Trismegistos People, βάση ονομάτων μη βασιλικών προσώπων που αναφέρονται ως κάτοικοι της Αιγύπτου μεταξύ του 800 π.Χ. και του 800 μ.Χ., KU Leuven
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.