Ἀγρεύς

Αρχαία ελληνικά (grc)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Ἀγρεύς
      γενική τοῦ Ἀγρέως
      δοτική τῷ Ἀγρεῖ
    αιτιατική τὸν Ἀγρέ
     κλητική ! Ἀγρεῦ
3η κλίση, ομάδα 'βασιλεύς', Κατηγορία 'βασιλεύς' όπως «βασιλεύς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Ἀγρεύς < ἀγρεύς (κυνηγός) < ἄγρα

Κύριο όνομα

Ἀγρεύς αρσενικό

  1. ανδρικό όνομα
  2. (προσωνυμία) επίθετο του Απόλλωνα Αρισταίου αλλά και του Βάκχου και του Ποσειδώνα
      Ἀγρέα καὶ Νόμιον τοῖς δ᾽ Ἀρισταῖον καλεῖν (Πίνδαρος)
     συνώνυμα: Ἀγραῖος

Συγγενικά

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.