Ἀγρεύς
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ὁ | Ἀγρεύς | ||
| γενική | τοῦ | Ἀγρέως | ||
| δοτική | τῷ | Ἀγρεῖ | ||
| αιτιατική | τὸν | Ἀγρέᾱ | ||
| κλητική ὦ! | Ἀγρεῦ | |||
| 3η κλίση, ομάδα 'βασιλεύς', Κατηγορία 'βασιλεύς' όπως «βασιλεύς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Κύριο όνομα
Ἀγρεύς αρσενικό
Πηγές
- Ἀγρεύς - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- P. M. Fraser and E. Matthews 1987 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. I: The Aegean Islands. Cyprus. Cyrenaica, Oxford: Oxford University Press
- Thomas Corsten 2010 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. V.A: Coastal Asia Minor. Pontos to Ionia, Oxford: Oxford University Press
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.