ἀφίημι
Αρχαία ελληνικά (grc)
| Αρχικοί χρόνοι |
Φωνή Eνεργητική |
Φωνή Μέση & Παθητική |
|---|---|---|
| Ενεστώτας | ἀφίημι | ἀφίεμαι |
| Παρατατικός | ἀφίην | ἀφιέμην |
| Μέλλοντας | ἀφήσω | ἀφήσομαι & ἀφεθήσομαι |
| Αόριστος | ἀφῆκα | ἀφηκάμην & ἀφείμην & ἀφείθην |
| Παρακείμενος | ἀφεῖκα | ἀφεῖμαι |
| Υπερσυντέλικος | ἀφείκειν | ἀφείμην |
| Συντελ.Μέλλ. | - | - |
Ετυμολογία
Κλίση
Κλίση
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Συγγενικά
- ἄφεμα
- ἀφέσιμος
- ἄφεσις
- ἀφετέον
- ἀφετήρ
- ἀφετήριος
- ἀφέτης
- ἀφετικός
- ἄφετος
Σύνθετα
- ἀνταφίημι
- διαφίημι
- εἰσαφίημι
- ἐναφίημι
- ἐξαφίημι
- ἐπαφίημι
- καταφίημι
- παραφίημι
- προαφίημι
- προσαφίημι
- συναφίημι
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.