ψυγειάκι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ψυγειάκι τα ψυγειάκια
      γενική
    αιτιατική το ψυγειάκι τα ψυγειάκια
     κλητική ψυγειάκι ψυγειάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ψυγειάκι < ψυγείο + υποκοριστικό επίθημα -άκι

Ουσιαστικό

ψυγειάκι ουδέτερο

Μεταφράσεις

για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε ψυγείο

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.