χρωμικός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο χρωμικός η χρωμική το χρωμικό
      γενική του χρωμικού της χρωμικής του χρωμικού
    αιτιατική τον χρωμικό τη χρωμική το χρωμικό
     κλητική χρωμικέ χρωμική χρωμικό
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι χρωμικοί οι χρωμικές τα χρωμικά
      γενική των χρωμικών των χρωμικών των χρωμικών
    αιτιατική τους χρωμικούς τις χρωμικές τα χρωμικά
     κλητική χρωμικοί χρωμικές χρωμικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

χρωμικός < λείπει η ετυμολογία

Επίθετο

χρωμικός

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.