χρονοβιολογία
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | χρονοβιολογία | οι | χρονοβιολογίες |
| γενική | της | χρονοβιολογίας | των | χρονοβιολογιών |
| αιτιατική | τη | χρονοβιολογία | τις | χρονοβιολογίες |
| κλητική | χρονοβιολογία | χρονοβιολογίες | ||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
Μεταφράσεις
χρονοβιολογία
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.