χριστιανοδημοκρατικός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο χριστιανοδημοκρατικός η χριστιανοδημοκρατική το χριστιανοδημοκρατικό
      γενική του χριστιανοδημοκρατικού της χριστιανοδημοκρατικής του χριστιανοδημοκρατικού
    αιτιατική τον χριστιανοδημοκρατικό τη χριστιανοδημοκρατική το χριστιανοδημοκρατικό
     κλητική χριστιανοδημοκρατικέ χριστιανοδημοκρατική χριστιανοδημοκρατικό
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι χριστιανοδημοκρατικοί οι χριστιανοδημοκρατικές τα χριστιανοδημοκρατικά
      γενική των χριστιανοδημοκρατικών των χριστιανοδημοκρατικών των χριστιανοδημοκρατικών
    αιτιατική τους χριστιανοδημοκρατικούς τις χριστιανοδημοκρατικές τα χριστιανοδημοκρατικά
     κλητική χριστιανοδημοκρατικοί χριστιανοδημοκρατικές χριστιανοδημοκρατικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

χριστιανοδημοκρατικός < χριστιανοδημοκρατία / χριστιανοδημοκράτης + -ικός

Επίθετο

χριστιανοδημοκρατικός, -ή, -ό

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.