χρηστομαθής
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||
| → γένη | αρσενικό & θηλυκό | ουδέτερο | ||||
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ὁ/ἡ | χρηστομαθής | τὸ | χρηστομαθές | ||
| γενική | τοῦ/τῆς | χρηστομαθοῦς | τοῦ | χρηστομαθοῦς | ||
| δοτική | τῷ/τῇ | χρηστομαθεῖ | τῷ | χρηστομαθεῖ | ||
| αιτιατική | τὸν/τὴν | χρηστομαθῆ | τὸ | χρηστομαθές | ||
| κλητική ὦ! | χρηστομαθές | χρηστομαθές | ||||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| ονομαστική | οἱ/αἱ | χρηστομαθεῖς | τὰ | χρηστομαθῆ | ||
| γενική | τῶν | χρηστομαθῶν | τῶν | χρηστομαθῶν | ||
| δοτική | τοῖς/ταῖς | χρηστομαθέσῐ(ν) | τοῖς | χρηστομαθέσῐ(ν) | ||
| αιτιατική | τοὺς/τὰς | χρηστομαθεῖς | τὰ | χρηστομαθῆ | ||
| κλητική ὦ! | χρηστομαθεῖς | χρηστομαθῆ | ||||
| δυϊκός | ||||||
| ονομ-αιτ-κλ | τὼ | χρηστομαθεῖ | τὼ | χρηστομαθεῖ | ||
| γεν-δοτ | τοῖν | χρηστομαθοῖν | τοῖν | χρηστομαθοῖν | ||
| 3η κλίση, Κατηγορία 'συνεχής' όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- χρηστομαθής (ελληνιστική κοινή) < αρχαία ελληνική χρηστ(ός) + -ο- + -μαθής [1] (μανθάνω) {{
Συγγενικά
- χρηστομάθεια
- χρηστομαθέω
Αναφορές
- «χρηστομάθεια» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
Πηγές
- χρηστομαθής - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.