χρίβνα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η χρίβνα οι χρίβνες
      γενική της χρίβνας των χριβνών
    αιτιατική τη χρίβνα τις χρίβνες
     κλητική χρίβνα χρίβνες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

χρίβνα < ρωσική гривна

Ουσιαστικό

χρίβνα θηλυκό (αναφέρεται και ως ουδέτερο, άκλιτο)

  • (νόμισμα) άλλη γραφή του χρίβνια
      Η Κομισιόν εγκρίνει τη μετατροπή των ουκρανικών χαρτονομισμάτων χρίβνα (euro2day.gr, 1/4/2022 , )

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.