χουχουριστής

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο χουχουριστής οι χουχουριστές
      γενική του χουχουριστή των χουχουριστών
    αιτιατική τον χουχουριστή τους χουχουριστές
     κλητική χουχουριστή χουχουριστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

χουχουριστής < (ηχομιμητική λέξη)

Ουσιαστικό

χουχουριστής αρσενικό

Συνώνυμα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.