χαμίνι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το χαμίνι τα χαμίνια
      γενική του χαμινιού των χαμινιών
    αιτιατική το χαμίνι τα χαμίνια
     κλητική χαμίνι χαμίνια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

χαμίνι < μεταφραστικός νεολογισμός (Άθλιοι του Β. Ουγκώ) από τη γαλλική λέξη gamin

Ουσιαστικό

χαμίνι ουδέτερο

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.