φωτοχυσία
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | η | φωτοχυσία | οι | φωτοχυσίες |
| γενική | της | φωτοχυσίας | των | φωτοχυσιών |
| αιτιατική | τη | φωτοχυσία | τις | φωτοχυσίες |
| κλητική | φωτοχυσία | φωτοχυσίες | ||
| Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
Ετυμολογία
- φωτοχυσία < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή φωτοχυσία[1] < φωτο- + -χυσία
Προφορά
- ΔΦΑ : /fo.to.çiˈsi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : φω‐το‐χυ‐σί‐α
Μεταφράσεις
φωτοχυσία
|
→ δείτε τη λέξη φωταψία |
Αναφορές
- φωτοχυσία - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Αρχαία ελληνικά (grc)
→ ζητούμενο λήμμα
Πηγές
- φωτοχυσία - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- φωτοχυσία - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.