φωτοσυνθετικός

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο φωτοσυνθετικός η φωτοσυνθετική το φωτοσυνθετικό
      γενική του φωτοσυνθετικού της φωτοσυνθετικής του φωτοσυνθετικού
    αιτιατική τον φωτοσυνθετικό τη φωτοσυνθετική το φωτοσυνθετικό
     κλητική φωτοσυνθετικέ φωτοσυνθετική φωτοσυνθετικό
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι φωτοσυνθετικοί οι φωτοσυνθετικές τα φωτοσυνθετικά
      γενική των φωτοσυνθετικών των φωτοσυνθετικών των φωτοσυνθετικών
    αιτιατική τους φωτοσυνθετικούς τις φωτοσυνθετικές τα φωτοσυνθετικά
     κλητική φωτοσυνθετικοί φωτοσυνθετικές φωτοσυνθετικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

φωτοσυνθετικός < φωτοσύνθεση + -τικός

Επίθετο

φωτοσυνθετικός

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.