φτειασίδι

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το φτειασίδι τα φτειασίδια
      γενική του φτειασιδιού των φτειασιδιών
    αιτιατική το φτειασίδι τα φτειασίδια
     κλητική φτειασίδι φτειασίδια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

φτειασίδι < φτιασίδι κατά την ορθογράφηση του φτειάνω

Προφορά

ΔΦΑ : /ftçaˈsi.ði/ & /fti̯aˈsi.ði/
τυπογραφικός συλλαβισμός: φτειασίδι

Ουσιαστικό

φτειασίδι ουδέτερο

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.