φρουτόδεντρο

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το φρουτόδεντρο τα φρουτόδεντρα
      γενική του φρουτόδεντρου των φρουτόδεντρων
    αιτιατική το φρουτόδεντρο τα φρουτόδεντρα
     κλητική φρουτόδεντρο φρουτόδεντρα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

φρουτόδεντρο < φρούτ(ο) + -ο- + δέντρο

Ουσιαστικό

φρουτόδεντρο ουδέτερο

  • το δέντρο που έχει φρούτα στα κλαδιά του

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.