φοροφυγάδας
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
|---|---|---|---|---|
| ονομαστική | ο | φοροφυγάδας | οι | φοροφυγάδες |
| γενική | του | φοροφυγάδα | των | φοροφυγάδων |
| αιτιατική | τον | φοροφυγάδα | τους | φοροφυγάδες |
| κλητική | φοροφυγάδα | φοροφυγάδες | ||
| Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||||
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.