φαραωνικός
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | φαραωνικός | η | φαραωνική | το | φαραωνικό |
| γενική | του | φαραωνικού | της | φαραωνικής | του | φαραωνικού |
| αιτιατική | τον | φαραωνικό | τη | φαραωνική | το | φαραωνικό |
| κλητική | φαραωνικέ | φαραωνική | φαραωνικό | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | φαραωνικοί | οι | φαραωνικές | τα | φαραωνικά |
| γενική | των | φαραωνικών | των | φαραωνικών | των | φαραωνικών |
| αιτιατική | τους | φαραωνικούς | τις | φαραωνικές | τα | φαραωνικά |
| κλητική | φαραωνικοί | φαραωνικές | φαραωνικά | |||
| Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- φαραωνικός < → λείπει η ετυμολογία
Μεταφράσεις
φαραωνικός
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.