υπόθερμος
Νέα ελληνικά (el)
| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | υπόθερμος | η | υπόθερμη | το | υπόθερμο |
| γενική | του | υπόθερμου | της | υπόθερμης | του | υπόθερμου |
| αιτιατική | τον | υπόθερμο | την | υπόθερμη | το | υπόθερμο |
| κλητική | υπόθερμε | υπόθερμη | υπόθερμο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | υπόθερμοι | οι | υπόθερμες | τα | υπόθερμα |
| γενική | των | υπόθερμων | των | υπόθερμων | των | υπόθερμων |
| αιτιατική | τους | υπόθερμους | τις | υπόθερμες | τα | υπόθερμα |
| κλητική | υπόθερμοι | υπόθερμες | υπόθερμα | |||
| Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
- υπόθερμος < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
υπόθερμος, -η, -ο
- → λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Μεταφράσεις
υπόθερμος
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.