υποσύστημα

Νέα ελληνικά (el)

 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το υποσύστημα τα υποσυστήματα
      γενική του υποσυστήματος των υποσυστημάτων
    αιτιατική το υποσύστημα τα υποσυστήματα
     κλητική υποσύστημα υποσυστήματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

υποσύστημα < υπο- + σύστημα, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική subsystem[1]

Προφορά

ΔΦΑ : /i.poˈsi.sti.ma/
τυπογραφικός συλλαβισμός: υποσύστημα

Ουσιαστικό

υποσύστημα ουδέτερο

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.